Όταν κάποιος βρεθεί στον αρχαιολογικό χώρο της Αρχαίας
Κορίνθου και ειδικά στο Βήμα του Αποστόλου Παύλου
αντιλαμβάνεται έντονα τη
διαχρονική παρουσία του. Το Βήμα του Αποστόλου Παύλου (Rostra) ήταν κεντρικό δομικό στοιχείο της Ρωμαϊκής Αγοράς (Forum). Είχε κατασκευασθεί περίπου απέναντι από τα Προπύλαια της οδού Λεχαίου, στην προέκταση της οδού από τις Κεγχριές, στο μέσον της Νοτίου Στοάς και οριοθετούσε τα δύο επίπεδα της Αγοράς, Άνω και Κάτω, με μια υψομετρική διαφορά 2,5 μέτρων. Μια ιστορική αναφορά κρίνεται απαραίτητη για την κατανόηση της τοπογραφίας και της κοινωνικής ζωής της Κορίνθου την εποχή του Παύλου.
Η Κόρινθος από το 146 π.Χ. είχε υποταγεί στους Ρωμαίους, μετά
από οδυνηρή ήττα που υπέστη στην μάχη της Αετόπετρας (πλησίον του Ισθμού), από
το Ρωμαίο στρατηγό Λεύκιο Μόμμιο Αχαϊκό.
Η καταστροφή της πόλεως υπήρξε ολοκληρωτική, ερειπώθηκε και
παρέμεινε ακατοίκητη 102 χρόνια μέχρι το 44 π.Χ., οπότε ο Ιούλιος Καίσαρας
εισηγήθηκε στη σύγκλητο την επανίδρυση αυτής, κι έγινε αποδεκτή. Η νέα Κόρινθος
έφερε το όνομα Colonia Laus
Julia Corinthiensis.
Οι πρώτοι κάτοικοι αυτής ήταν απελεύθεροι δούλοι, κυρίως
ελληνικής καταγωγής, Ανατολίτες, απόμαχοι, στρατιωτικοί και Εβραίοι, οι οποίοι
εξελληνίστησαν ταχέως. Η επανίδρυση της πόλεως της Κορίνθου έγινε βάσει ενός
γενικότερου προγραμματισμού, ο οποίος περιελάμβανε την επανίδρυση τριών πόλεων
στη Ρωμαϊκή Επικράτεια:
1.
της Καρχηδόνας στη Βόρεια Αφρική (Colonia Julia Concordia Carthago)
2.
της πόλης Ζάρα στην Κροατία (Colonia Julia Jader)
3.
της Κορίνθου στην Επαρχία της Αχαΐας
Αυτό έγινε κυρίως για την ανακούφιση της Ρώμης, που
αντιμετώπιζε προβλήματα λόγω ταραχών και λόγω υπερπληθυσμού. Μέσω των νέων
αποικιών δημιουργήθηκε ένα δίκτυο ελέγχου του εμπορίου σε όλη τη Μεσόγειο.
Η ανακατασκευή της πόλεως Κορίνθου, όπως και των άλλων
αποικιών, έγινε βάση κεντρικού σχεδίου που περιλάμβανε Ο.Τ., χώρους πράσινου,
Αγορά, αμφιθέατρο, θέατρο, ναούς, σύστημα ύδρευσης και άλλα. Το 29 π.Χ. η
Κόρινθος κατέστη και η έδρα των Ρωμαίων διοικητών - προκόνσουλα (ανθύπατος) και
πρωτεύουσα της Συγκλητικής επαρχίας Αχαΐας η οποία περιελάμβανε την Στερεά
Ελλάδα,την Πελοπόννησο, τμήμα Θεσσαλίας και Ηπείρου και πολλές νήσους. Έχοντας
ευνοηθεί από τους Αυτοκράτορες και χάρις στην προνομιούχο θέση της η νέα πόλη αναπτύχθηκε
ταχύτατα και έφθασε σε ακμή την παλαιά. Κειμένη μεταξύ δύο θαλασσών - εξού και
η ονομασία αυτής Αμφιθάλασσος - με επίνια λιμάνια το Λέχαιο στον Κορινθιακό
κόλπο και τις Κεγχριές στον Σαρωνικό κατέστη κέντρο εμπορίου και τόπος
συναντήσεως Ανατολής και Δύσεως. Το εμπόριο, η βιομηχανία και η ναυσιπλοΐα επέφεραν
πλούτο στην πόλη. Ένεκα τούτου η πόλη προσέλκυε νέους κατοίκους, Έλληνες,
Σύρους, Εβραίους. Οι τελευταίοι διατηρούσαν και Συναγωγή, όπως αυτό
πιστοποιείται από ευρεθείσα στο Θέατρο μαρμάρινη επιγραφή, που φυλάσσεται στο
Μουσείο της Αρχαίας Κορίνθου.
Εντός ολίγου, η Κόρινθος ξεπέρασε όλες τις άλλες ελληνικές
πόλεις σε πλούτο και ακμή, συναγωνίζεται δε την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου.
Συγχρόνως, ανέκτησε το παλιό δικαίωμα τελέσεως των Ίσθμιων αγώνων. Την εποχή
του Κλαυδίου (41-54 μ.Χ.) στην περιοχή της Αγοράς (Forum) παρατηρήθηκε μια απότομη αύξηση
εμπορικών κατασκευών, όπως η Βόρειος Αγορά, αποθήκες και άλλα. Η ριζική
ανακαίνιση του λιμένα του Λεχαίου έγινε από τον αυτοκράτορα ως μέρος ενός
γενικότερου σχεδιασμού, που περιελάμβανε και νέες λιμενικές εγκαταστάσεις στο Portus της
Ρώμη το 42 μ.Χ. Ένας λιμός είχε πλήξει την Ελλάδα το 51 μ.Χ. σε συνέχεια ενός
μικροτέρου το 45-48 μ.Χ. Η τροφοδοσία της Κορίνθου και άλλων πόλεων της
Πελοποννήσου επέβαλε τη χρήση του ανακαινισμένου λιμένα του Λεχαίου.
Ο κοσμοπολίτικος χαρακτήρας έφερε και τον πνευματικό
συγκρητισμό. Εδώ λατρεύονταν θεότητες από την Ανατολή, όπως η Αστάρτη, ο Άττις,
η Κυβέλη, η Ίσις, ο Όσιρις, ο Σέραπις και προπαντός η πάνδημος Αφροδίτη. Ήταν λοιπόν
η Κόρινθος εικόνα του ενιαίου ελληνορωμαϊκού πολιτισμού, στον οποίο επικρατούσε
η ελληνική νοοτροπία, με σύγχρονο εξελληνισμό της Ιουδαϊκής σκέψεως. Όλος ο
γνωστός τότε κόσμος είχε γίνει οικουμενικός. Αυτό ήταν ότι ο Απόστολος Παύλος
αποκαλεί "πλήρωμα χρόνου".
Έτσι είχε διαμορφωθεί το περιβάλλον όταν ο Απόστολος Παύλος έφθασε στην
Κόρινθο. Είχε προηγηθεί η παραμονή αυτού στην Αθήνα, όπου εκεί ενώπιον των
σοφών Αθηναίων στην Πνύκα, δεν επετεύχθη η συνάντηση του Χριστιανικού πνεύματος
με τον ελληνικό φιλοσοφικό στοχασμό. Απογοητευμένος, στενοχωρημένος έφθασε στο
λιμάνι των Κεχριών από όπου, μετά από τρεις ώρες πεζοπορίας στην εύφορη πεδιάδα
των Εξαμιλίων, πέρασε τη γέφυρα στον Λευκό Ποταμό και μέσω της Κεχρεατικής
πύλεως έφθασε στην Κόρινθο. Εδώ άλλεξε η μεθοδολογία προσέγγισης αυτού με τον
κόσμο. Απευθύνθηκε κυρίως σε απλά στρώματα πληθυσμού και στους Εβραίους, τους
οποίους συναντούσε στην Συναγωγή. Υπήρχε ακόμη μεγαλύτερη παροικία Εβραίων στην
Κόρινθο την εποχή του Παύλου. Αρκετοί είχαν εγκαταλείψει τη Ρώμη, βάσει του
διατάγματος του Κλαυδίου το 49 μ.Χ.. Μεταξύ αυτών και το ζεύγος Ακύλα και
Πρίσκιλλα, όπου ο Παύλος βρήκε φιλόξενη στέγη και εργασία ως σκηνοποιός.
Ένα στοιχείο που είναι χρήσιμο για τον καθορισμό της αφίξεως
του Παύλου στην Κόρινθο, είναι ο χρόνος αναλήψεως του Ρωμαίου ανθύπατου
Γαλλίωνος, όπως αναφέρεται στις Πράξεις των Αποστόλων (18ο κεφάλαιο).
Ο Γαλλίων, αδελφός του φιλοσόφου Seneca, ήταν υιοθετημένο τέκνο του συγκλητικού Lucius Gallio, ο οποίος ήταν φίλος
του πατέρα του Lucius Seneca.
Κατά τη διάρκεια των ανασκαφών στους Δελφούς από τη Γαλλική
Αρχαιολογική Σχολή βρέθηκαν, το 1905, τέσσερα τεμάχια μιας μαρμάρινης πινακίδας
σε ελληνικό κείμενο. Το 1910 προστέθηκαν άλλα τρία τεμάχια και τελικά έγιναν
εννέα το 1967. Το κείμενο της επιστολή του αυτοκράτορα Κλαυδίου, στο οποίο
αναφερόταν και ο Γαλλίων, αφορούσε στους Δελφούς και στην επανάκτηση της
παλαιάς δόξας που είχαν, με σύγχρονη πρόσκληση στους κατοίκους άλλων πόλεων να
έρθουν στους Δελφούς και να γίνουν μόνιμοι κάτοικοι. Από τη επιστολή προκύπτει
σαφώς ότι ο χρόνος ελεύσεως του Παύλου στην Κόρινθο - για πρώτη φορά - είναι το
51 μ.Χ.
Ο Γαλλίων ήταν ανθύπατος της Αχαΐας, διορισμένος κατευθείαν
από τον αυτοκράτορα για ένα χρόνο, από 1 Ιουλίου 51 μ.Χ. έως 30
Ιουνίου 52 μ.Χ., χωρίς να επεκταθεί η θητεία του. Ήταν λοιπόν ο Γαλλίων γνήσιος
εκπρόσωπος της Ρωμαϊκής εξουσίας, εκφραστής της δυνάμεως, της σταθερότητας και
της αυτάρκειας της Ρώμης.
Από την Κόρινθο ο Παύλος έγραψε τρεις επιστολές προς
Θεσσαλονικείς και Ρωμαίους. Από εδώ επισκέφθηκε πολλές περιοχές σε όλη την
Πελοπόννησο. Το ιεραποστολικό του έργο είναι τεράστιο. Ο Απόστολος των Εθνών
είναι κήρυκας του νέου αιώνος, "της
εν Χριστώ βασιλείας του Θεού", η οποία από την σκοπιά του κόσμου είναι
κάτι το ερχόμενο αλλά "εν τω Θεώ"
είναι κάτι το αιώνιο και ενεργό.
Ο λόγος αυτού είναι απλός, απέριττος, ρέων, ουσιαστικός και
ρεαλιστικός για τα προβλήματα της εποχής του. Από τον πλούτο και την βαθύτητα
των επιστολών του προκύπτει ότι ο ίδιος είναι θεμελιωτής της Χριστιανικής
Θεολογίας.
Η οργανική ολότης της διδασκαλίας του Παύλου αποδεικνύει ότι
η Θεία πραγματικότητα, παρά το ότι είναι μεταλογικό, μεταηθικό, μετααισθητικό
μέγεθος, είναι συγχρόνως και οντικό θεμέλιο όλων των ανθρωπιστικών και πολιτισμικών
αξιών, με χριστιανικό περιεχόμενο. Και είναι το περιεχόμενο της Διδασκαλίας του
που το καθιστά σύγχρονο σε όλες τις εποχές, που το καθιστά επίκαιρο στην εποχή
μας. Δεν υπάρχει έκφανση της θρησκευτικής, προσωπικής, ατομικής, ηθικής,
πολιτισμικής ζωής που να μην ασχολείται και να μην διατυπώνει άποψη επ' αυτών.
Ασχολείται και αναφέρεται σε θέματα εργασίας, ανθρωπίνων
δικαιωμάτων, ισότητας ανδρών και γυναικών, αισθητικών αξιών, ελευθερίας,
ειρήνης, αγάπης, κράτους, πολιτείας. Όλα αυτά συνθέτουν τη βιοθεωρία του Παύλου
προς διάπλασιν "εν Πνεύματι Αγίω"
του νέου ανθρώπου, της νέας πίστεως. Ο ίδιος ο Παύλος ήταν βαθύς γνώστης των
ανθρωπίνων αδυναμιών, των ανθρώπων, της αξίας του προσώπου, της πνευματικής
συγκροτήσεως αυτού, της κοινωνίας και της οικογένειας. Η νέα αυτή πίστη δεν
περιορίζεται μόνο να εκδηλωθεί στο πλαίσιο μιας εξωϊστορικής ή μεταϊστορικής
πραγματικότητας, μιας μυστικής εσωτερικότητας της συνειδήσεως και του
φρονήματος.
Αυτή εκδηλώνεται, προπάντων, εντός των επιγείων πολιτισμικών
συναρτήσεων, οι οποίες πρέπει να διαμορφώνονται υπό την προοπτική της αιωνιότητας
και να καταυγάζονται υπό το φως του Αγίου Πνεύματος. Όμως, δεν πρέπει να
εγκαταλείπεται το καθήκον και η υποχρέωση της εξυγιαντικής προσπάθειας για την
ανακαίνιση του κόσμου. Στην Παύλεια Θεολογία και γενικότερα στην Ορθόδοξη
Εκκλησία βιούται και καλλιεργείται η ιδέα της Πνευματικής οικουμενικότητας. Η
ίδια μας διδάσκει ότι πρέπει να συνδέονται με δεσμούς ειρήνης, συνεργασίας,
αδελφικότητας και αγάπης όλοι οι άνθρωποι κάθε φυλής, κάθε γλώσσας και κάθε
πολιτισμού.
Συγχρόνως η Ορθόδοξη Εκκλησία, ασχέτως προς την πίστη του
καθενός, αγαπά όλους τους ανθρώπους και βιώνει στο έπακρον την ενότητα του
ανθρωπίνου Γένους. Η ιερότητα της ανθρώπινης ζωής είναι βασικό θεμέλιο όλων των
αξιών.
Εύκολα δύναται να χαρακτηριστεί ο Απόστολος Παύλος ότι είναι
ο πρώτος Ευρωπαίος που προβάλλει την Οικουμενικότητα των ανθρώπων, τις κοινές
αξίες, τη θρησκεία και τον πολιτισμό. Θεμελιώνει τον πολιτισμό δια της
εισαγωγής της Ελληνοχριστιανικής τριάδας των υψίστων αγαθών, του Αληθούς, του
Καλού και του Αγαθού και έτσι γίνεται για όλα τα έθνη ο Διδάσκαλος του αληθούς
πολιτισμού, αυτό που ο μακαριστός π. Γεώργιος Φλορόφσκι ονόμασε "Χριστιανικό
Ελληνισμό". Αλλά και γεωγραφικά επισκέφθηκε και δίδαξε σε όλα τα τότε
γνωστά πνευματικά κέντρα, από την Ασία μέχρι την μακρινή Ισπανία, από την Κύπρο
και Μελίτη μέχρι την Β.Ιταλία, "υπομνήματα
της οικείας αρετής καταλιπών η γλώττα της Οικουμένης" ο των Εθνών
Διδάσκαλος προσδιορίσας την Ευρωπαϊκή Χριστιανική Ταυτότητα, την οποία εμείς
καλούμεθα με κάθε τρόπο να διατηρήσουμε και να προβάλλουμε.
Μη λησμονούμε ότι ήταν εκλεκτό μέλος της Ιουδαϊκής κοινωνίας και
είναι πλούτος για την Χριστιανική Εκκλησία ότι έγινε σκεύος εκλογής του ίδιου
του Χριστού, εκλεκτό μέλος του Σώματος Του. Αποτελεί λοιπόν ιδιαίτερη τιμή για
την Κόρινθο και για τους Κορίνθιους ότι ο Απόστολος Παύλος είναι ιδρυτής της
τοπικής Εκκλησίας. Πρέπει να θυμόμαστε πάντοτε ότι οι Κορίνθιοι δεν έγιναν
Χριστιανοί από κάποια παρόρμηση αλλά από το ανεξιχνίαστο Έλεος και την Αγάπη
του Θεού. Κι εμείς οι Κορίνθιοι καλούμεθα να βαδίσουμε στα χνάρια του.
Είναι τέλος ευλογία ότι η τοπική μας Εκκλησία περί τον Σεπτόν Επίσκοπο
κ.κ. Διονύσιο, ο οποίος διακονεί και υπηρετεί παναξίως το μυστήριο της Σωτηρίας
"εις τύπον και τόπον Χριστού", εκφράζει με υπερηφάνεια ότι είναι
διάδοχος και συνεχιστής του Αποστόλου Παύλου, επικαλούμενος πάντα τη βοήθεια
του Ιδρυτού της Εκκλησίας μας Αποστόλου Παύλου προς Σωτηρία ημών.
Δρ. Απόστολος Ε.
Παπαφωτίου
Εντεταλμένος Σύμβουλος Πελοποννήσου
Πολιτικός Μηχανικός Ε.Μ.Π.
Σχόλια