Με τα απόνερα της κρίσης παλεύουν οι Έλληνες αγρότες



Πανάγος Γιάννης

Την κρισιμότερη φάση της μεταπολεμικής του ιστορίας διέρχεται ο αγροτικός τομέας στη χώρα μας, παρά το ευνοϊκό περιβάλλον που διαμορφώνεται για τα αγροτικά προϊόντα στις διεθνείς αγορές και τη διατήρηση των πλεονεκτημάτων που εξασφαλίζει η Κοινή Αγροτική Πολιτική.


Το τέλος της κρατικής επιχορήγησης και των εύκολων δανείων μεταφέρει τα «βερεσέδια» στις εταιρείες αγροτικών εφοδίων.

Οι εξελίξεις στον αγροτικό χώρο  μπορεί να επηρεάζονται από τη γενικότερη οικονομική κρίση που περνάει η χώρα, έχει όμως τις ρίζες της στα... σαθρά θεμέλια πάνω στα οποία οικοδομήθηκε η ελληνική γεωργία στα χρόνια της μεταπολίτευσης με την Πολιτεία να αδυνατεί να θεσπίσει κανόνες για τη λειτουργία των αγορών και τους συντελεστές της αγροτικής παραγωγής να μην είναι σε θέση να δημιουργήσουν δομές για την καλύτερη οργάνωση της παραγωγής και διάθεσης των αγροτικών προϊόντων. 
Έτσι, παρά τα μεγάλα ποσά κοινοτικών ενισχύσεων που εισέρευσαν στη χώρα, ο τομέας της πρωτογενούς παραγωγής δεν κατάφερε να αξιοποιήσει τις βοήθειες για την αναβάθμιση των δομών της ελληνικής γεωργίας και κτηνοτροφίας, αντίθετα περιορίστηκε σε μια κρατικοδίαιτη αντίληψη και λογική που «σκορπούσε» τις κοινοτικές ενισχύσεις και μετέφερε ευκαιριακά πόρους από τα κρατικό προϋπολογισμό και φορείς του δημοσίου (ΑΤΕ, ΕΛΓΑ, συλλογικοί φορείς) στο αγροτικό εισόδημα. Έτσι όμως, όχι μόνο δεν βελτιώθηκε η οργάνωση και λειτουργία και των αγροτικών εκμεταλλεύσεων, αλλά αντίθετα, διευκολύνθηκε η σπατάλη των πόρων και η αποδυνάμωση των συντελεστών της αγροτικής παραγωγής. Ανίκανη για χρόνια να σταθεί στα δικά της πόδια η ελληνική γεωργία «μαδούσε» με τον τρόπο της, είτε άμεσα τον κρατικό κορβανά, επιχορηγήσεις και επιδοτήσεις κάτω από το τραπέζι, είτε έμμεσα οργανισμούς και πιστωτικά ιδρύματα όπως ο ΕΛΓΑ και η Αγροτική Τράπεζα. «Θύματα» της λάθος λειτουργίας της ελληνικής γεωργίας, αποτέλεσαν χρόνο με το χρόνο και οι συνεταιρισμοί, δηλαδή οι οργανώσεις που δημιουργήθηκαν ακριβώς για να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες των εκμεταλλεύσεων και να βελτιώσουν την διαπραγματευτική θέση των Ελλήνων παραγωγών.




Τα βάρη στους προμηθευτές
Τον τελευταίο χρόνο και με αφορμή την μεγάλη δημοσιονομική και ευρύτερη οικονομική κρίση που βιώνει η χώρα, τα βάρη της παθογόνου λειτουργίας των αγροτικών επιχειρήσεων μεταφέρονται σταδιακά από τον κρατικό προϋπολογισμό και τους φορείς του Δημοσίου (συμπεριλαμβανομένων και των συνεταιρισμών), σε άλλους κρίσιμους κρίκους της πραγματικής αγοράς και ειδικότερα σε ιδιώτες που συνδράμουν την αγροτική οικονομία. Είναι ίσως η πρώτη φορά μετά τον πόλεμο που οι οικονομικές δυσκολίες των αγροτικών εκμεταλλεύσεων δεν μεταφέρονται με τη μορφή ελλειμμάτων στον κρατικό προϋπολογισμό, στην ΑΤΕbank, στον ΕΛΓΑ ή ακόμα και στις Ενώσεις Αγροτικών Συνεταιρισμών, αλλά εμφανίζονται σαν «ανοίγματα» στους λογαριασμούς των αγροτών με τους άμεσους συνεργάτες και κυρίως με τους προμηθευτές αγροτικών εφοδίων. 
Έτσι, μια αγροτική επιχείρηση που δεν διακρίνεται για την κερδοφόρα  λειτουργία της, με δεδομένη τη δυσκολία πρόσβασης στον τραπεζικό δανεισμό και την προμήθεια εφοδίων μέσω του συνεταιρισμού, υποχρεώνεται πλέον, προκειμένου να διατηρήσει τη δραστηριότητά της, να καταφύγει στους άμεσους προμηθευτές που αποτελούν και την τελευταία… εφεδρεία! Με δεδομένο μάλιστα ότι δεν είναι η πρώτη χρονιά που παρατηρείται αυτό το φαινόμενο, σε αρκετές περιπτώσεις οι λογαριασμοί των «προμηθευτών» εμφανίζονται ήδη… παραφουσκωμένοι, κάτι που υποχρεώνει τους συντελεστές της συγκεκριμένης αγοράς να παίρνουν δραστικά μέτρα για την περιστολή των πιστώσεων. Άλλωστε, τα «κανόνια» που έχουν πέσει την τελευταία διετία σε αρκετά γεωπονικά καταστήματα, σαν αποτέλεσμα της αφερεγγυότητας του πελατολογίου (αγρότες), έχουν μεταφέρει ήδη βάρη και στις μεγάλες επιχειρήσεις (εγχώριες και πολυεθνικές) των  εισροών, που αρχίζουν να «κουμπώνονται» απέναντι στο δίκτυό τους. Η αρχή έγινε από τον κλάδο των λιπασμάτων, με τη βίαιη προσαρμογή της πολιτικής του κλάδου στις ανάγκες της νέας πραγματικότητας. Άλλωστε, οι μεγάλες αυξομειώσεις στις τιμές του λιπάσματος τα τελευταία χρόνια, έχει κάνει τους βασικούς παίχτες της συγκεκριμένης αγοράς να επανεξετάσουν εδώ και καιρό τη στάση τους και να πάρουν μέτρα περιορισμού των «ανοιγμάτων» με τα δίκτυα διακίνησης των προϊόντων τους. Το ίδιο γίνεται όσο περνάει ο καιρός και με τους υπόλοιπους προμηθευτές αγροτικών εφοδίων, ήτοι με τις μεγάλες επιχειρήσεις σπόρων και αγροχημικών ή ακόμα και με τις εταιρείες μηχανημάτων και αγροτικού εξοπλισμού. Άλλωστε, ακόμα και η κάθετη πτώση στις πωλήσεις τρακτέρ και λοιπού εξοπλισμού έχει να κάνει, όχι μόνο με τις καθυστερήσεις στην υλοποίηση των κοινοτικών προγραμμάτων (π.χ. Σχέδια Βελτίωσης) αλλά και με την αλλαγή πιστωτικής πολιτικής που έχουν επιλέξει εδώ και καιρό οι μεγάλοι εισαγωγείς.


agronews.gr

Σχόλια