Για φως, νερό, τηλέφωνο πρέπει να δώσουν 400 ευρώ. Για σούπερ μάρκετ και βασικά έξοδα δεν φτάνουν πια τα 60 ευρώ την εβδομάδα που έδιναν πριν από δύο χρόνια. Κάθε μήνα πρέπει να καταβάλλεται η δόση του στεγαστικού δανείου. Η λίστα με τις οικονομικές υποχρεώσεις της ελληνικής οικογένειας όμως δεν τελειώνει εδώ...: 400 ευρώ τον μήνα για τα φροντιστήρια των παιδιών και άλλα τόσα για τις μετακινήσεις με το αυτοκίνητο - παρά το γεγονός ότι περιόρισαν δραματικά τα χιλιόμετρα.
Μολύβι και χαρτί παίρνουν οι Ελληνες για να υπολογίσουν πόσα θα πρέπει να δώσουν για να καλύψουν κατ' αρχήν τις βασικές τους ανάγκες και στη συνέχεια την εφορία. Ωστόσο, τα νέα έκτακτα μέτρα της κυβέρνησης φέρνουν τα περισσότερα νοικοκυριά σε απόγνωση.
Δυο μισθοί, μιας δημοσίου και ενός ιδιωτικού υπαλλήλου, μπαίνουν κάθε μήνα στο σπίτι της τετραμελούς οικογένειας Γιαννούση. Ωστόσο, τους τελευταίους μήνες βλέπουν το εισόδημα να μειώνεται και ταυτόχρονα τα έξοδα για βασικές ανάγκες να αυξάνονται κατακόρυφα. Το ζευγάρι έχει να φροντίσει και για τις ανάγκες των δύο παιδιών, ενός 21χρονου απόφοιτου ΙΕΚ και ενός μαθητή της Γ' Λυκείου. «Στις αρχές του 2010 παίρναμε μαζί με τον σύζυγό μου 2.400 ευρώ. Μετά τον Απρίλιο του 2010 όλα άλλαξαν και βλέπουμε κάθε μήνα τα έσοδα να περιορίζονται διαρκώς» λέει η Χαρά Γιαννούση, υπάλληλος στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών. Συμπληρώνει, δε, πως η οικογένεια είχε «πληρώσει» την οικονομική κρίση, και λίγο πριν έρθει το ΔΝΤ στην Ελλάδα, καθώς από τον Απρίλιο του 2009 και για περίπου τρεις μήνες ο σύζυγός της έμεινε άνεργος.
Το πρώτο χαστούκι το έφαγε η οικογένεια τον Ιούνιο του 2010, όταν το επίδομα αδείας της δημοσίου υπαλλήλου ήταν μόλις 200 ευρώ, όπως και το δώρο Πάσχα, ενώ τα Χριστούγεννα πήρε 400 ευρώ δώρο. Και δεν είναι μόνο αυτά. Οπως εξηγεί η Χαρά Γιαννούση, ένα εργασιακό επίδομα δικαστηριακής απασχόλησης, το οποίο από 400 ευρώ έγινε πέρυσι 340, φαίνεται πως δεν θα το ξαναπάρει. «Αυτόν τον μήνα, χωρίς το επίδομα που λογικά το χάνουμε, αυτά που θα πάρω δεν θα ξεπεράσουν τα 850 ευρώ, από τα οποία τα 200 μου τα κρατά η τράπεζα λόγω ενός δανείου». Εκατό ευρώ μείον είναι τους τελευταίους μήνες και ο μισθός του συζύγου της.
«Και δεν είναι τα μόνα. Λόγω της αύξησης του ΦΠΑ, αναγκαστήκαμε να κάνουμε σημαντικές περικοπές. Εκεί που συνηθίζαμε να δίνουμε για ψώνια σε σούπερ μάρκετ και λαϊκή αγορά 500 ευρώ τον μήνα, τώρα παίρνουμε τα απαραίτητα, δίνοντας λιγότερα από 300 ευρώ». Περικοπές κάνουν και στις μετακινήσεις, καθώς προσπαθούν να μη χρησιμοποιούν συνέχεια τα αυτοκίνητά τους ενώ έχουν κάνει «σκόντο» και στις βόλτες. Ο μεγάλος γιος της οικογένειας, ο οποίος είναι πτυχιούχος τεχνικός ιατρικών επαγγελμάτων, ψάχνει να βρει δουλειά. Οσο για τον μικρό γιο, «θα δώσει φέτος Πανελλαδικές Εξετάσεις. Προετοιμάζεται και κάνει ιδιαίτερα μαθήματα που μας κοστίζουν 400 ευρώ τον μήνα». Σε όλα αυτά, όπως λέει η οικογένεια, θα πρέπει να προσθέσουν και την έκτακτη εισφορά που βρήκαν στο γραμματοκιβώτιο, μόλις την περασμένη Τρίτη. «Κι αυτό είναι 600 ευρώ. Και, φυσικά, περιμένουμε και το ειδικό τέλος ακίνητης περιουσίας που θα έρθει 720 ευρώ».
«Φέτος σκέφτομαι να μην ανάψω καθόλου καλοριφέρ»
Οι περικοπές στις οποίες προχώρησε η εταιρεία όπου εργάζεται μείωσαν τον μισθό της από το 2009 ώς σήμερα κατά 350 ευρώ μηνιαίως. Αντίστοιχη διαδικασία ακολούθησε και η επιχείρηση στην οποία εργάζεται ο σύζυγός της. Η ιδιωτική υπάλληλος Ρούλα Χατζηνικολάκη είδε τον μισθό της από τα 1.000 ευρώ - καθαρά - που ανερχόταν το 2009 να μειώνεται τον επόμενο χρόνο στα 800 και φέτος να αγγίζει τα 650 ευρώ.
Με τα νέα δεδομένα, λέει, τα έξοδα της οικογένειάς της έχουν αυξηθεί κατά 40%. Περιόρισαν εξόδους, μείωσαν σχεδόν στο μισό τα έξοδα του φοιτητή γιου τους και αρκέστηκαν στα απολύτως απαραίτητα -ούτε αυτό όμως ήταν αρκετό. «Οι μισθοί μειώνονται αλλά οι τιμές σε όλα τα υπόλοιπα είδη έχουν αυξητικές τάσεις. Τα τιμολόγια της ΔΕΗ και της ΕΥΔΑΠ δεν θυμίζουν σε τίποτα εκείνα των δύο προηγούμενων χρόνων και στο σούπερ μάρκετ δεν αρκούν πλέον τα 50 ευρώ για το φαγητό της εβδομάδας» λέει. Για τον χειμώνα που έρχεται, η Ρούλα Χατζηνικολάκη σκέφτεται να μην ανάψει καλοριφέρ καθώς από το 2009, όταν άρχισε η κρίση, τα χρήματα που πρέπει να δώσει σε φυσικό αέριο έχουν σχεδόν διπλασιαστεί. «Ούτε αυτό συμφέρει, μάλλον θα καταφύγω στη λύση του τζακιού» προσθέτει. Εξίσου βαθιά το χέρι στην τσέπη έβαλε η οικογένεια της Ρούλας Χατζηνικολάκη στην καταβολή των τελών κυκλοφορίας. «Το 2006 που αγοράσαμε το αυτοκίνητο πληρώσαμε 180 ευρώ. Το συγκεκριμένο ποσό το 2009 ανήλθε στα 340 ευρώ και φέτος, συμπεριλαμβανομένου του ειδικού φόρου, ανέβηκε στα 700 ευρώ» λέει η ιδιωτική υπάλληλος.
Η έκτακτη εισφορά δεν έχει χτυπήσει ακόμα την πόρτα της τετραμελούς οικογένειας στον Νέο Κόσμο. Εκείνο όμως που παραδέχεται η Ρούλα Χατζηνικολάκη είναι ότι θα πληρώσει μόνο τα απαραίτητα: «Ο,τι δεν μπορώ, θα το αποφύγω».
«Ο ερχομός του μωρού μάς έφερε νέες οικονομικές ανάγκες»
Είναι 35 ετών, άνεργη και μητέρα ενός αγοριού επτά μηνών. Οταν το 2009 η κρίση έφτασε στην Ελλάδα, η ανεργία χτύπησε την πόρτα της 35χρονης Τζένης Μαργέτη. Μέχρι σήμερα δεν έχει βρει δουλειά και τα μοναδικά έσοδα στο ταμείο του νοικοκυριού της έρχονται από τον σύζυγό της, ο οποίος είναι ιδιοκτήτης συνεργείου. Αλλωστε, ακόμα και ένα διαμέρισμα που διαθέτει στην Αρτέμιδα παραμένει ξενοίκιαστο και χρεωμένο στη ΔΕΗ από τους τελευταίους ενοικιαστές.
Την ώρα όμως που τα έσοδα της οικογένειάς της μηδενίζονται, τα έξοδα έχουν τριπλασιαστεί. Και αυτό δεν οφείλεται μόνο στις επιπρόσθετες οικονομικές ανάγκες που έφερε ο ερχομός του γιου της. Μόνο για τα βασικά - πάνες και γάλα - το κόστος αγγίζει τα 60 ευρώ εβδομαδιαίως και η απόδειξη του σούπερ μάρκετ δεν πέφτει κάτω από τα 300 ευρώ κάθε μήνα. Η δεύτερη «τρύπα» στην τσέπη του ζευγαριού άνοιξε το 2010, με την αύξηση στον ειδικό φόρο κατανάλωσης στα καύσιμα. Παρά το γεγονός ότι ζει σε προάστιο της Αττικής και οι μετακινήσεις με αυτοκίνητο είναι απαραίτητες, αναγκάστηκε να περιορίσει τη χρήση του και να εξυπηρετείται περισσότερο με το Μετρό. «Εάν χρησιμοποιούσα το αυτοκίνητό μου όπως παλιά, θα έπρεπε να δίνω σήμερα 100 ευρώ την εβδομάδα. Προκειμένου να παραμείνω στα 50 ευρώ, αποφεύγω την καθημερινή χρήση και μετακινούμαι με αυτό μέρα παρά μέρα», λέει.
Αντίστοιχη οικονομία προσπάθησε να κάνει και ο σύζυγός της, ενώ το ζευγάρι περιόρισε περισσότερο από το ήμισυ τις εξόδους του και τα έξοδα σε ένδυση. Η οικογένεια της Τζένης Μαργέτη πλήρωσε ακόμη: 300 ευρώ για το τέλος τακτοποίησης ημιυπαίθριων (πέρα από τα παράβολα και την αμοιβή του μηχανικού), 300 ευρώ για τον φόρο επιτηδεύματος, ενώ το πετρέλαιο από τα 500 ευρώ που τους στοίχιζε το 2009, σκαρφάλωσε στα 800 το 2010. Στα μηνιαία έξοδά τους προστίθεται και η πληρωμή του ΤΕΒΕ κάθε δίμηνο από τον σύζυγό της που εξαιτίας μιας παλαιότερης οφειλής αγγίζει τα 750 ευρώ.
Το μόνο που διατήρησαν στα ίδια επίπεδα, παρά την αύξηση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα τσιγάρα, είναι το κάπνισμα. «Σε αυτά τα δύο χρόνια η τιμή του πακέτου από 3,60 ανέβηκε στα 3,80, για να καταλήξει σήμερα στα 4 ευρώ. Συνεχίζουμε να καπνίζουμε όμως, το ίδιο και οι δύο», λέει η Τζένη Μαργέτη. Εκείνο που την φοβίζει ιδιαίτερα είναι το νέο χαράτσι στα ακίνητα. «Αν είχα δουλειά ή κάποιο εισόδημα από το ξενοίκιαστο σπίτι, δεν θα αγχωνόμουν τόσο. Ελπίζω να περάσει η ρύθμιση για τις ευπαθείς ομάδες - όπως είμαστε οι άνεργοι - και να φορολογηθώ με 0,5 ανά τ.μ., διαφορετικά δεν θα καταφέρω να πληρώσω το τέλος ακίνητης περιουσίας», λέει.
ΤΑ ΝΕΑ
Σχόλια